
Το βαγόνι του συρμού είχε δεν είχε 6 άτομα όλα και όλα, ο καθένας καθήμενος ανά μια θέση όπως ορίζει ο νόμος. Της πανδημίας.
Ένας ήταν δημόσιος υπάλληλος και πήγαινε καθυστερημένος στην εργασία του, το είχε κερδίσει αυτό το δικαίωμα προ πολλού, λίγο παραπέρα ο πιτσιρικάς με το μαγιό και την πετσέτα του ήταν ήδη στην παραλία –νοερά-.
Αυτός που είχε καθίσει αντικριστά από τον νεαρό, ντυμένος στην «πένα» και με κοστούμι τελευταία λέξη της μοδός, ετοιμαζόταν να ξεκινήσει πρώτη ημέρα δουλειάς σε πασίγνωστο δικηγορικό γραφείο. Η «λεφτομέρεια» που έκανε την διαφορά ήταν τα υποδήματα που φορούσε αφού είχε δώσει ένα μηνιάτικο στερημένο για να τα αγοράσει. Στο τέλος του βαγονιού μια αγχωμένη νεαρά αιθέρια ύπαρξη, διάβαζε ακατάπαυστα το κείμενο που θα δώσει εξετάσεις για τον ρόλο που ευελπιστεί να κερδίσει, μαζί με δόξα και χρήμα.
Ακριβώς απέναντι της, την παρατηρεί από πάνου μέχρι κάτου, δημοσιογραφίσκος παντελώς άγνωστος και αφελώς γνωστός. Ο έκτος της «παρέας» ήταν ένα γερόντι καλοντυμένο και προσεγμένο με ένα λευκό παχύ μουστάκι, λες και έχει πεταχτεί από κάποιο πίνακα του περασμένου αιώνα.
Στην στάση εισχώρησε, να πω καλύτερα παρείσφρησε, μια κωμική και συνάμα γραφική φιγούρα, ένας ρακένδυτος τύπος απροσδιορίστου ηλικίας, με πανάκριβο και… «έξυπνο κινητό» ανά χείρας.
Δεν πρόλαβε να κάνει 5-10 μέτρα ο συρμός και άρχισε να φωνάσκει απευθυνόμενος προς την εξάδα:
«Η επανάσταση προ των πυλών, ένας προς ένας και εγώ μαζί με εσάς»…
«στην επόμενη στάση ακολουθήστε με, θα φυτέψουμε τους σπόρους της αμφισβήτησης και θα σπείρουμε την εξουσία τους σε χωράφια για να την φάνε οι κόρακες»….
Το Σύμπαν δεκάρα δεν έδωσε για την παραπάνω «σκηνή». Έδωσαν όμως και οι έξι. Ο καθένας με διαφορετικό σκεπτικό, άλλες εμπειρίες, γνώσεις, υπόβαθρο και καταγωγή.
Η έκπληξη ήταν το συμπέρασμα που έβγαλαν ταυτόχρονα ενδόμυχα και έκανε την εξάδα να χαμογελάσει. Με μια… εσωτερική φωνή κατέκριναν τους υπόλοιπους 5.
«Εγώ δεν είμαι πρόβατο, είμαι διαφορετικός»…