
Στο όνομα της λέξης καραγκιόζης πάντοτε στο νου μου έρχεται η νουθεσία του δασκάλου μας: “στον καθρέπτη σας να βλέπετε μερικές φορές και τον καραγκιόζη’’. Εννοούσε βέβαια το πρόσωπο με κωμική ή και την άσχημη εμφάνιση. Πιο βαθιά ακόμα, εννοούσε να αναγνωρίζουμε τα ελαττώματά μας στην εμφάνιση και όχι μόνο. Να ασκούμαστε στην αυτογνωσία.
Η λέξη είναι Τούρκικη, καρά = μαύρος και γκιόζ = μάτι, δηλαδή μαυρομάτης. Καραγκιόζης είναι το κύριο πρόσωπο του θεάτρου σκιών στην Ελλάδα, Τουρκία, Αραβία , Περσία, Ινδία, Ιάβα, Ταϊλάνδη, κ.τ.λ.
Η καταγωγή του είναι άγνωστη. Η σχέση του με τα θέατρα με ανδρείκελα, μαριονέτες είναι δύσκολο να βρεθεί γιατί είναι όλα είδη λαϊκού θεάτρου. Η αρχή του, πιθανώς βρίσκεται σε αρχαίους χρόνους και ο περίφημος ‘’πλατωνικός μύθος’’ να είναι ανάμνηση κάποιου θεάτρου σκιών παρόμοιου με τον Καραγκιόζη.
Στην Τουρκία ο θρύλος μας λέει πως ένας μαυρομάτης ‘’Καραγκιόζης ‘’ εργάτης κατόρθωνε με τα πανέξυπνα αστεία του να καθυστερεί την ολοκλήρωση του τεμένους του Σουλεϊμάν και ο Σουλτάνος διέταξε να συλλεχθούν και να γραφούν οι αστεϊσμοί του και ύστερα να θανατωθεί ο Καραγκιόζης.
Είναι βέβαιο πως είναι Ασιατικής προέλευσης ο δικός μας Καραγκιόζης και μάλιστα Ινδικής, όπου οι σκιές έχουν χαρακτήρα θρησκευτικό εξηγώντας το μυστήριο του θανάτου. Το υπερβολικά μακρύ χέρι του και ο Βούδας με τα πολλά χέρια είναι ισχυρή ένδειξη.
Ο Πέρσης ποιητής Ομάρ Καγιάμ το 1015μχ: ’’ Αυτός ο θόλος που ζούμε κατωθέ του ζαλισμένοι είναι του Αλλάχ το μαγικό θέατρο σκιών. Λυχνάρι του ο ήλιος και πλατύ γλυκό πανί του ο κόσμος κι αμέτρητες φιγούρες πίσω σκοτεινές που παραδέρνουν’’ είναι μια άλλη σοβαρή ένδειξη . Ομοίως και ‘’πόσοι Καραγκιόζηδες σβηστήκανε από το παραπέτασμα της φύσης. Εκείνο που περνά είναι μόνο το είδωλο του σώματός σου καμωμένο από το φως των κεριών. Ο άνθρωπος μπαίνει στο κόπο του ξενιτεμού και απομένει ο κίνδυνος σε οποιουδήποτε σκιά και αν βαλθείς ’’ενός (άγνωστου) τούρκου ποιητή. Όλα αυτά δείχνουν πως ο πρωταρχικός χαρακτήρας του θεάτρου σκιών – των ίσκιων όπως έλεγε ο Β. ΡΩΤΑΣ- δεν είναι κωμικός.
Στην Τουρκία υπήρξε ο θρησκευτικός καραγκιόζης και ο λαϊκός. Οι παραστάσεις του πρώτου δίδονταν στα μοναστήρια σε μπεκρήδες μοναχούς και είχαν χαρακτήρα ηθοπλαστικό. Ο Καραγκιόζης έχει αμαρτήσει ,είναι δυστυχισμένος. Ο σεμνός Χατζή – Αϊβάτ τον συμβουλεύει να έρθει στην ευθεία οδό και ο Καραγκιόζης συντετριμμένος αναγνωρίζει το σφάλμα του και υπόσχεται να σωφρονισθεί στο εξής. Ο λαϊκός καραγκιόζης παιζόταν ακόμα και στην αυλή του Σουλτάνου. Ειδικός αξιωματούχος ο καραγκιοζοπαίχτης. Πρόσωπα του έργου.’’ Ο Καραγκιόζης, ραγιάς, ατσίγγανος, καμπούρης, πανέξυπνος και γελοίος. Ο Χατζή Αϊβάτ ,τίμιος, μεσίτης, πολύτεκνος και απένταρος. Ο Μπαμπάς ,ηλίθιος και ο Ζειμπέκ καυχησιάρης ,διηγείται ανδραγαθήματα και κατά βάθος δειλός. Πράξη δραματική δεν υπάρχει. Μόνο κωμικός διάλογος με πάρα πολλά λογοπαίγνια, τα οποία προϋποθέτουν συγγραφέα με υψηλή πνευματική συγκρότηση. Μερικά μέρη του αστείου διαλόγου, για να γίνουν κατανοητά, χρειάζεται βαθιά γνώση της κλασσικής Τουρκικής γραμματικής.
Ο Ελληνικός Καραγκιόζης έχει στοιχεία που δείχνουν Τούρκικη προέλευση (μόνο!). Με την μεγάλη αφομοιωτική ικανότητα που διαθέτουμε όμως ’’ως λαός’’ κάναμε τον Καραγκιόζη καθρέπτη της φυλής. Διασκεδαστικό και ζωντανό σχολιαστή της πραγματικότητας, με τη θρασυστομία του, λέει αλήθειες, που θα στοίχιζαν το κεφάλι σε άλλον που θα τις ξεστόμιζε… Είναι ιδιαίτερα ευφυής, προσποιείται όμως βλακεία για να μπορεί να τα λέει όλα. Σαν να συνεχίζει τον Αισχύλο: ‘’Κέρδος μέγα έχει ο γνωστικός που παλαβός λογιέται’’. Παίζει το ρόλο του τρελού ,που βγάζει το φίδι από την τρύπα. Δείγμα ευφυίας είναι η σάτιρα του εαυτού μας. Στα χέρια των Ελλήνων ο Καραγκιόζης έγινε αντιπροσωπευτικός τύπος και συμπαθητική γελοιογραφία του λαού μας.
Στα πρόσωπα του έργου είναι ο Μπαρμπαγιώργος ο βλάχος, ο Δερβέναγας αρχηγός της αστυνομίας, ο Χατζατζάρης, ο Χατζή – Αϊβάτ τίμιος και απένταρος μεσίτης, ο Νιόνιος ψεύτης και δειλός από τα Επτάνησα, ο Βεζύρης μερικές φορές δωροδόκος, συνήθως καλός, δίκαιος, τίμιος, στοργικός όπως απαιτούσε ο οφειλόμενος σεβασμός προς τους κατακτητές, το κολλητήρι γιος πιστό αντίγραφο του πατέρα του. Καραγκιόζης ηλικίας 35 ετών περίπου με μεγάλη μύτη, καμπούρα και το υπερβολικά μακρύ χέρι. Διαθέτει εξυπνάδα, σπιρτάδα στιγμιαία, όμως και μπουνταλάς, τεμπέλης, που μόνιμα πεινάει. Στην οθόνη ο γνήσιος Καραγκιόζης με την άκρατη αισχρολαλιά του και την ελευθεροστομία του μοιάζει στον Αριστοφάνη, μας λέει ο μπάρμπα Γιάννης ο Σκαρίμπας.
Οι πηγές του γέλιου είναι πολλές. Ευλυγισία κωμική και απίθανες χειρονομίες, λαιμαργία χωρίς κορεσμό, λογοπαίγνια, χονδροειδή γραμματικά λάθη, ιδιαίτερη προφορά καθενός των ηρώων, διάλογος με το κοινό και άλλα. Κύρια όμως πηγή είναι οι έξυπνοι διάλογοι που προέρχονται από πνευματικούς συγγραφείς και τα ελαττώματα εξογκωμένα στην οθόνη από τον Καραγκιόζη. Δεν προσβάλλεται η ηθική διότι τα πρόσωπα δεν είναι ζωντανά. Ακόμη αθωότερες είναι οι φάρσες του.
Πολλές είναι οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται μεταφορικά ακόμη και σήμερα, δείγμα πως ο Καραγκιόζης χάραξε βαθιά γραμμή στο πολιτισμό μας. Καραγκιόζη λέμε κάποιον άσχημο ή κακομούτσουνο ή που κάνει αστεία και χωρίς σοβαρότητα.
Καραγκιοζάκι: Αυτός που γίνεται παιχνίδι στα χέρια άλλων. (και είναι οι πολλοί!).
Κραγκιοζιλίκι: Μια πράξη αξιογέ λαστη.
Μορφονιός: Αυτός που καλλωπίζεται ανυπόφορα.
Στο γάμο του Καραγκιόζη: Άσκοποι πυροβολισμοί.
Καλύβα του Καραγκιόζη: Το ετοιμόρροπο σπίτι ή και αυτό που έχει τσαπατσουλιά.
Και το αμίμητο: Αγαπητοί μου συμπολίτες κλέφτες και λωποδύτες λέμε για τον υποκριτικό καθωσπρεπισμό.
Ο Μεγάλος Γιάννης Σκαρίμπας με τούτα τα υπέροχα μιλά για το Καραγκιόζη:’’ Στην απέραντη πάνα του ντουνιά, όλοι μας (με αόρατο τον καραγκιοζοπαίχτην μας… και στα πίσω) παίζουμε την αιώνια φάρσα της ζωής γελόντες… δακρύομεν….’’
Για μια στιγμή ταυτίστηκα με το πρόσωπο, που κοίταζε από το πανί προς το μέρος μου, και δεν ήξερα πιά αν βρισκόμουν μπροστά σε μια σκηνή ή έναν καθρέπτη. Η εικόνα αυτή μου δημιούργησε μια ανείπωτη σύγχυση, μια παράδοξη ταραχή, στη σκέψη πως ένας καθρέπτης μου παρουσίαζε σαν δική μου ανταύγεια το φάντασμα κάποιου άλλου. Δεν είμαι εγώ, αυτός είναι! Ένιωσα να κυλούν αργά, βαριά στα μάγουλά μου δάκρυα, που μαζεύτηκαν στην άκρη των χειλιών, κόμπιασαν και βούτηξαν μέσα στη νύχτα.
Σας χαιρετώ εις το επανιδείν…
Ακολουθήστε την Ενημέρωση Πελοποννήσου στο Facebook και στο Google News
Ειδήσεις από: Ναύπλιο – Άργος – Ερμιονίδα – Τρίπολη –Κορινθία – Αθλητικά – Άρθρα – Αποκλειστικές Έρευνες και Συνεντεύξεις.