Η Ελλάδα μεταβάλλεται μέσω των πολιτικών των κυβερνήσεων σε μια χώρα με περιορισμένα κυριαρχικά δικαιώματα, των οποίων η εφαρμογή τους εξαρτάται από τη θέληση και τις αντιδράσεις τρίτων χωρών και κυρίως από την Τουρκία. Η στάση της έναντι της Τουρκίας γίνεται συνεχώς παθητική και αντιφατική.Παθητική μέσω της πολιτικής «κατευνασμού» που ακολουθείται από τον «κόσμιο» Πρωθυπουργό, με συμπεριφορές καλής θελήσεως και συνεχείς υποχωρήσεις.
Αντιφατική λόγω ελλείψεως σταθεράς Στρατηγικής η οποία πρέπει να έχει συνεχή στόχο να κερδίσει η πατρίδα μας γεωπολιτικό δυναμικό, το οποίο όπως διαμορφώνεται απέχει πολύ από αυτό το υψηλό της Τουρκίας.
Έτσι η σημερινή πολιτική είναι αποτέλεσμα σπασμωδικών και φοβικών κινήσεων, χωρίς συγκροτημένη αντίληψη και ενιαία συμπεριφορά, με κύριο χαρακτηριστικό την αδυναμία του πολιτικού προσωπικού και της κρατούσας εξουσίας των μετρίων και υπομετρίων να διατηρούν αλώβητη την πατρίδα και χαρακτηρίζεται από συνεχείς εκκλήσεις για τη μεσολάβηση τρίτων.
Εάν κρίνουμε τα πράγματα που έχουν πλέον διαμορφωθεί όπως είναι και όχι όπως φαίνονται από τα φιλικά μιντιακά συγκροτήματα και εμφανίζονται από την Κυβέρνηση και τη προπαγάνδα της, παρέχονται σοβαρές ενδείξεις ότι, χωρίς καμία ενεργητική αυτοσυντήρηση και αντίσταση, οδηγούμασθε σε αναζήτηση ιστορικής ευθανασίας και αποδοχής των απαιτήσεων της Τουρκίας. Και γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθούν συνθήκες ώστε να μην υπάρχει άμεση ευθύνη του πολιτικού συστήματος και επιζητούνται εκλογικεύσεις για τις διαμορφωμένες καταστάσεις, έχοντας εργαλεία την πολιτική, ψυχολογική, οικονομική παράλυση και κόπωση του λαού, χωρίς ενημέρωση και γνώση, η οποία καλλιεργείται επί τούτου.
Οι εορτασμοί για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επαναστάσεως μπορούν να αποκαλύψουν τα προτερήματα και τα ελαττώματα του λαού μας, τις δυνατότητες του, να προβάλουν τους αγώνες του και όλοι μαζί να εμπνευστούμε και να βαπτισθούμε ξανά στα ιστορικά νάματα.
Στο πλαίσιο αυτό της τεχνικής και πολιτικής εντάσσεται δυστυχώς και το σήμα για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, που παρουσιάστηκε από την αρμόδια Επιτροπή.
Σίγουρα αν δεν υπήρχε ο ελλιπής υπότιτλος που συμπληρώνει το σήμα, κάποιος θα το θεωρούσε ότι αποτελεί διαφήμιση προϊόντων, σιγαρέτων και πρώτων αγαθών. Ένα σήμα που στερείται της αναλογικής συσχετίσεως της εικόνας με τις Ιδέες της Ελευθερίας της Επαναστάσεως, του πολέμου της Ανεξαρτησίας της Χώρας, του «Υπέρ Πίστεως & Πατρίδος» αγώνα.
ύτε έχει καμία αισθητική, ούτε συμβολική σπουδαιότητα και σημασία, απεναντίας πλεονάζει η ελαφρότητα και η απόκρυψη της ιστορικής αλήθειας.
Όσον αφορά την αισθητική του παρουσία και σημασία, χαρακτηρίζεται ως «άοσμο, άγευστο, άχρωμο», ουδέτερο και ανεπαρκές. Ένα έργο ξεκομμένο από το ηρωικό παρελθόν του, χωρίς αυτό να συνδέεται με το παρόν και να δημιουργεί μέλλον στο παρελθόν μας.
Όσον αφορά τη συμβολική σημασία, δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι. Δηλαδή, να προκαλεί τους ανθρώπους, όχι μόνο τους Έλληνες, αλλά και την παγκόσμια κοινότητα, να οδηγεί εύκολα στην αντίληψη του περιεχομένου του, που είναι η Ελευθερία των λαών, να τους προσκαλεί στη γνώση και στη σημασία των Συμβόλων.
Γενικά ο κόσμος των Συμβόλων είναι συνεκτικός, ανάγεται σ’ένα κοινό τρόπο οράσεως και αισθήσεως των πραγμάτων, σε μια συνολική νοοτροπία.
Ειδικά το σήμα της Εθνικής Παλιγγενεσίας έπρεπε να ήταν προσανατολισμένο σ’ένα ενιαίο τρόπο αποκαλύψεως των Ιδεών του Αγώνα της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος που ήταν η «Αγία ημών Πίστις», με το Σταυρό και τα ηρωικά όπλα, το καρυοφύλλι και το γιαταγάνι.
Και φαίνεται ότι απευθύνεται σε ανθρώπους αδιάφορους, απολιτικοποιημένους, όχι στους διαδόχους και συνεχιστές των ηρώων, αλλά σε πολίτες ανυποψίαστους, που δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι σήμερα έχουμε ως χώρα «Προ των Πυλών μας» τους ίδιους κινδύνους.
Τελικά δεν ενσαρκώνει, ούτε μεταφέρει αυτό που ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός έγραψε: «Σκέψου βαθιά και σταθερά (μία φορά για πάντα) τη φύση της Ιδέας, πριν πραγματοποιήσεις το ποίημα. Εις αυτό θα ενσαρκωθεί το ουσιαστικότερο και υψηλότερο περιεχόμενο της αληθινής ανθρώπινης φύσης, η Πατρίδα και η Πίστις».
Η έλλειψη προσανατολισμού του σήματος, δηλαδή που απευθύνεται πέρα από εμάς, ποιοι είναι οι αποδέκτες, τι πρέπει να διδάσκει, εύκολα μπορεί να πει κανείς ότι είναι ένα σήμα που έχει και την αποδοχή και τα μειδιάματα των Τούρκων. Ακόμα δεν γίνεται κατανοητό, επειδή το σήμα δεν κάνει καμία αναφορά στους Τούρκους, στα έργα τους, στα 400 χρόνια σκλαβιάς, στους διωγμούς και στην καταπίεση των Ελλήνων, εάν η επανάσταση έγινε εναντίον τους ή εναντίον άλλου.
Και διερωτάται κάποιος εάν είναι και αυτό στο πλαίσιο της πολιτικής του «κατευνασμού» και της «φοβικής συμπεριφοράς» της Ελληνικής κυβέρνησης, στη συνέχεια αντιστοίχων συμπεριφορών, όπως η απουσία αεροπλάνων από την παρέλαση στην Λευκωσία και η μη κατάθεση στεφάνων στους Έλληνες Ήρωες των Ιμίων.
Υ.Γ. Ο τίτλος είναι προσαρμογή από τον «Επιτάφιο του Περικλέους», Κεφ.XLVII, Έκδοση Βουλής των Ελλήνων.
*Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.