ΣυνεντεύξειςΝικολέττα Τσιτσανούδη: Η συμπεριληπτική γλώσσα ως φραγμός στον σεξισμό και τις ανισότητες

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Η συμπεριληπτική γλώσσα ως φραγμός στον σεξισμό και τις ανισότητες

Συνέντευξη στον Κώστα Πρώιμο
Συνέντευξη στον Κώστα Πρώιμο

Είναι μέλος στον κύκλο Ελλήνων Ακαδημαϊκών της Βοστώνης. Συνεργάτιδα του Κέντρου Ελληνικών σπουδών του Xάρβαρντ στην Ουάσινγκτον αλλά και διεπιστημονική σύμβουλος του αντίστοιχου παραρτήματος του ανωτέρω – κορυφαίου πανεπιστημιακού ιδρύματος που εδρεύει στο Ναύπλιο.

Η κ. Νικολέττα Τσιτσανούδη – Μαλλίδη τακτική Καθηγήτρια Γλωσσολογίας και Ελληνικής Γλώσσας με τις καινοτόμες επιστημονικές δράσεις της αλλά και τις ρηξικέλευθες συγγραφικές προσεγγίσεις της κατά καιρούς έχει καταφέρει να προσθέσει στον ακαδημαϊκό της βίο σημαντικές και αξιομνημόνευτες διεθνούς βεληνεκούς διακρίσεις.

Στην ακόλουθη και άκρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη που η ίδια παρέθεσε στον εκδότη της “Ενημέρωσης ΠελοποννήσουΚώστα Πρώιμο αναδεικνύει την ισότητα των δύο φύλων μέσα από τις νόρμες και τους κανόνες που ορίζουν την “συμπεριληπτική γλώσσα”, ενώ στην συνέχεια αναφέρεται στα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια άλλη “γλώσσα” αυτή της δημοσιογραφίας.

Κώστας Πρώιμος: Κυρία Τσιτσανούδη, έχετε εντρυφήσει στον όρο της συμπεριληπτικής γλώσσας. Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε σε τι αποσκοπεί η εφαρμογή της;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Το ζήτημα της ουδέτερης / συμπεριληπτικής γλώσσας είναι ένα θέμα αιχμής και αφορά στη χρήση των λέξεων και φράσεων που δεν καλλιεργούν ή συντηρούν σεξιστικά στερεότυπα. Το θέμα του (γλωσσικού) σεξισμού στην εργασία, στη δημόσια σφαίρα (πολιτικό, δημοσιογραφικό λόγο), στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, απασχολεί σήμερα σοβαρά τις δημόσιες συζητήσεις και συμπεριφορές. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο όρος «συμπεριληπτική γλώσσα» (inclusive language) στο πλαίσιο της προσπάθειας να αποφεύγεται η σεξιστική χρήση της γλώσσας και να διευρύνεται μία γλώσσα η οποία στέκεται δίκαια απέναντι στα φύλα και στις κοινωνικές τάξεις. Μία γλώσσα η οποία δεν ευνοεί μόνον ένα βιολογικό ή κοινωνικό φύλο, αποκλείοντας ομάδες ανθρώπων. Η ουδέτερη / συμπεριληπτική / πολυδεκτική / δίκαιη γλώσσα. Ουσιαστικά όταν μιλάμε για μία συμπεριληπτική γλώσσα, αναφερόμαστε σε μία γλώσσα κατά το δυνατόν δίκαιη ως προς τα φύλα, μία χρήση της γλώσσας η οποία αντιμετωπίζει με προσεκτικό τρόπο και σεβασμό τα χαρακτηριστικά και τις ευαισθησίες ατόμων που ανήκουν σε συγκεκριμένες κοινωνικές, εθνοτικές, φυλετικές ή άλλες ομάδες.

► Πώς θα ορίζατε τον σεξισμό; Θα μπορούσε η συμπεριληπτική γλώσσα να επιφέρει την ισότητα των δύο φύλων σε όλα τα επίπεδα;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Ως «σεξισμό» ορίζουμε ένα δίκτυο προκαταλήψεων, τον διαχωρισμό των ανθρώπων με βάση το φύλο τους και την ιδεολογία που σχετίζεται με αυτόν το διαχωρισμό. Άμεσο αποτέλεσμα της διάκρισης μεταξύ των φύλων είναι η εμφάνιση και εγκατάσταση μίας σειράς στερεοτύπων. Το σκεπτικό πάνω στο οποίο “χτίζονται” αυτές οι πεποιθήσεις είναι ότι τα φύλα δεν είναι ισότιμα και ότι ένα από τα φύλα είναι ανώτερο από το άλλο. Τέτοιες στάσεις μπορούν να πυροδοτούν διακρίσεις εναντίον του υποτιμημένου ή και, ορισμένες φορές, αποσιωπούμενου ή εξαφανισμένου φύλου. Αυτές οι διακρίσεις κλιμακούμενες μπορούν να οδηγήσουν σε περιορισμούς, ακόμη και σε πιο ακραίες καταστάσεις, όπως λόγου χάρη, σε έναν λόγο μίσους. Ο σεξισμός σχετίζεται άμεσα με την έμφυλη και ρατσιστική χρήση της γλώσσας. Για παράδειγμα, έχουμε ακούσει “έχει αντρικό λόγο”, αλλά και “μη φέρεσαι σα γυναικούλα”. Όταν αναφερόμαστε σε «σεξιστική» γλώσσα, ουσιαστικά αναφερόμαστε στους χρήστες, στους ομιλητές της, οι οποίοι, μέσω αυτής, κάνουν σεξιστικά σχόλια. Η απεικόνιση των ανθρώπων γίνεται άνιση και άδικη. Επιπλέον, όπως παρατηρείται σε έρευνες εκλεκτών συναδέλφων, όσο υψηλότερο είναι το κύρος ή η σημαντικότητα ενός επαγγέλματος, τόσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό των αντίστοιχων επαγγελματικών ονομάτων που σχηματίζονται στον θηλυκό τύπο.

Τα τελευταία χρόνια, έχουν εκδοθεί πολύ σημαντικοί γλωσσικοί οδηγοί, από ελληνικά πανεπιστήμια, φορείς, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτοί οι οδηγοί επιδιώκουν να μας κάνουν περισσότερο προσεκτικούς στον λόγο. Για παράδειγμα, αντί να πούμε “ψυχοπαθής”, είναι προτιμότερο το “άτομο με ψυχική πάθηση”, ή αντί “εξώγαμο”, “τέκνο χωρίς γάμο των γονέων του”. Σε ταραγμένες εποχές και εποχές αλλεπάλληλων κρίσεων όπως αυτές που βιώνουμε την τελευταία 15ετία (μνημονιακή κρίση, προσφυγική κρίση, πανδημική κρίση, κλιματική κρίση, πολεμική κρίση, επισιτιστική κρίση, κρίση ακρίβειας), ο διχοτομικός λόγος, ο λόγος του κατακερματισμού, ανθεί. Απαιτείται ψυχραιμία και διάθεση για συγκλίσεις, η οποία μπορεί να αναπαρασταθεί ή και να κατασκευαστεί μέσω της γλώσσας. Η κινδυνολογία και το στοιχείο της υπερβολής ή της δραματοποίησης δεν διευκολύνουν τη μελέτη της γλώσσας.

► Επιτρέψτε μου στη συνέχεια να αναφερθούμε στην δημοσιογραφική γλώσσα. Έχετε δηλώσει πως σας φοβίζουν οι σιωπές των ακροατηρίων. Οι σιωπές της δημοσιογραφίας όμως μήπως είναι χειρότερες;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Εκτιμώ πως η σιωπή του ακροατηρίου μπορεί να λειτουργήσει ως “βούτυρο στο ψωμί” της εξουσίας. Η σιωπή μπορεί να ενισχύει τον εξουσιαστικό λόγο και τις δομές της εξουσίας, όπως και όποτε αυτές διαμορφώνονται. Όσο για τον φορέα του δημοσιογραφικού λόγου, αυτός φέρει μια τεράστια ευθύνη. Το αγαθό της ενημέρωσης είναι ένα κοινωνικό δημοκρατικό αγαθό. Και ο δημοσιογραφικός λόγος δεν μπορεί παρά να έχει παιδευτικό και παιδαγωγικό χαρακτήρα. Αφυπνίζει, αποκαλύπτει, διαμορφώνει. Κι όταν αυτά τα χαρακτηριστικά συρρικνώνονται, υποχωρεί το στοιχείο της δημοκρατίας στον λόγο.

► Εκτιμάτε πως η αλόγιστη και η άκρατη χρήση των σόσιαλ μίντια ενισχύει την αρνητική συνεισφορά στα δημοσιογραφικά δρώμενα; Υπό την λογική ότι ο καθένας με ένα διαδικτυακό μέσο δύναται να παριστάνει τον δημοσιογράφο;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Μια μερίδα των σόσιαλ μίντια λειτούργησε ως εναλλακτική πηγή ειδησεογραφίας. Από μια πλευρά αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ναι, μεν τα ΜΜΕ είναι δομημένοι φορείς της ενημέρωσης όμως ήταν σπουδαίο ένας απλός πολίτης ο οποίος για παράδειγμα ήταν ο μοναδικός μάρτυρας ενός σοβαρού γεγονότος να μπορούσε να προχωρήσει σε μία ανάρτηση, στη δημόσια σφαίρα. Υπάρχουν σαφώς και στοιχεία που δεν διευκολύνουν, ειδικά όταν υπάρχει το στοιχείο της ανωνυμίας. Προσωπικά, θα επέμεινα στην ανάπτυξη και καλλιέργεια κριτικών δεξιοτήτων ανάγνωσης και αποσυναρμολόγησης των κειμένων, από τη νηπιακή κιόλας ηλικία. Γι αυτό και στο Πανεπιστήμιο εργαζόμαστε πάνω σε αυτά τα θέματα, από πολύ νωρίς.

► Ένα εμβληματικό σας βιβλίο είναι “Ο δημοσιογραφικός λόγος από την μεταπολίτευση μέχρι τα μνημόνια”. Δράττομαι της ευκαιρίας να σταθώ στα μνημόνια, ξέρετε, οι κακοί Έλληνες που έφταιγαν για όλα. Ποιος ήταν ο ρόλος του δημοσιογραφικού λόγου εκείνη την δυστοπική περίοδο όπου επικρατούσε ο πανικός της ηθικής στις λαϊκές μάζες;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Κρίσιμο ερώτημα. Καταρχήν για να σε εξουσιάσει κάποιος πρέπει σε πολλές περιπτώσεις να σε φοβίσει. Από το 1974 και μετά επικράτησε σταδιακά η λαϊκοποίηση της γλώσσας, παράλληλα με το ζιβάγκο στην πολιτική και το γενικότερο πλησίασμα των μικρομεσαίων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων. Στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής, μίλησα για την ανάπτυξη μίας στάσης υψηλής απατηλής οικειότητας από την πλευρά των εξουσιών απέναντι στους πολίτες. Στην περίπτωση όμως των Μνημονίων είχαμε να κάνουμε με μια διαφορετική στάση καθώς μια μερίδα των μέσων ενημέρωσης διευκόλυνε στην επιβολή των αντιλαϊκών μέτρων. Όταν μάλιστα επρόκειτο να ενοχοποιηθεί ο “οφειλέτης” λαός, η γλώσσα ήταν λαϊκή. Όταν όμως γινόταν αναφορά στα “ενδεδειγμένα” οικονομικά μέτρα, τότε παρατηρούσαμε μία γλώσσα πολύ επεξεργασμένη, συχνά και κρυπτική. Ακούγαμε συχνά λέξεις όπως “επιμήκυνση”, “εκσυγχρονισμός”, “αναδιάταξη”, “επανεκκίνηση της οικονομίας”. Η λέξη “εξυγίανση” είχε σχεδόν γίνει συνώνυμη με τις απολύσεις και τις περικοπές.

► Είστε Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, συνεπώς βρίσκεστε κοντά στους νέους ανθρώπους. Όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, αλλάζουν ή φθίνουν οι αξίες οι παλαιότεροι και οι κραταιοί συνηθίζουν να αφορίζουν τη νεολαία. Μήπως θα πρέπει να σταματήσει αυτό; Είναι εφικτό;

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Οφείλουμε τόπο στα νιάτα. Τάσσομαι σταθερά υπέρ των νέων ανθρώπων. Έχουμε κληροδοτήσει στη νέα γενιά μια σειρά σοβαρών προβλημάτων. Οι νέοι καλούνται να δραστηριοποιηθούν εν μέσω σοβαρών και αλλεπάλληλων κρίσεων. Κατά την προσωπική μου άποψη, και μόνο που χαμογελούν ακόμη τα νέα παιδιά, είναι ακτιβισμός. Και δεν νομίζω ότι δικαιούται κάποιος να “πριονίζει” με αφορισμούς την ήδη δύσκολη πορεία των νέων ανθρώπων.

► Επικαλεστήκατε προηγουμένως μια θρυλική – πολιτικής κατ’ εμέ υπόστασης φράση: “Τόπο στα νιάτα”. Ωστόσο συμβαίνει το αντίθετο. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι σαν τους “ηλικιωμένους Στρατηγούς” δεν αποδέχονται τις “φρέσκιες” ιδέες και δεν κάνουν καθόλου τόπο. Τουναντίον τα παραγκωνίζουμε τα νιάτα στην χώρα μας…

Νικολέττα Τσιτσανούδη: Οφείλουμε να εστιάζουμε στους νέους, να τους εμπνέουμε, ώστε να προλαβαίνουμε την αποστροφή στις σύγχρονες πολιτικές. Ως άνθρωπος που εργάζομαι στην εκπαίδευση, δεν μπορώ παρά να είμαι αισιόδοξη και να εργάζομαι για την ενθάρρυνση και την εμψύχωση των νέων, την καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης, ότι έχουν τη δύναμη, να επιφέρουν αλλαγές στην καθημερινότητά τους και ευρύτερα. Και όπως συχνά λέω, εάν δεν εμπλέξουμε τους νέους στα όμορφα πράγματα, αυτά δεν θα γίνουν ποτέ ωραιότερα…
Βιογραφικό

Η Νικολέττα Τσιτσανούδη – Μαλλίδη είναι τακτική καθηγήτρια Γλωσσολογίας και Ελληνικής Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, συνεργάτιδα (Αssociate) Γλωσσολογίας στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και μέλος της Διεπιστημονικής Συμβουλευτικής Επιτροπής του Κέντρου στο Ναύπλιο. Είναι συγγραφέας και επιμελήτρια πολλών βιβλίων.

Έχει τιμηθεί με τα βραβεία της διακεκριμένης ερευνήτριας και κριτή από το Untested Ideas Research Center στις ΗΠΑ. Είναι εκλεγμένη Εκτελεστική Πρόεδρος Διεθνών Ακαδημαϊκών Υποθέσεων του Ευρωαμερικανικού Συμβουλίου Γυναικών. Έχει υπηρετήσει ως προσκεκλημένη καθηγήτρια στο Πρόγραμμα Harvard – Olympia του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Ίδρυσε και διευθύνει το Διεθνές Θερινό Πανεπιστήμιο «Ελληνική Γλώσσα, Πολιτισμός και ΜΜΕ». Είναι επιστημονική υπεύθυνη προγραμμάτων γλωσσικής κατάρτισης για δημοσιογράφους στην Ελληνική Δημόσια Ραδιοτηλεόραση. Είναι υπεύθυνη της μονάδας “Ελληνική Γλώσσα, Πολιτισμός και ΜΜΕ” του Εργαστηρίου Μελέτης Κοινωνικών Θεμάτων, Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Εκπαίδευσης του ΠΤΝ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.
Η μονογραφία της “Ο δημοσιογραφικός λόγος από τη Μεταπολίτευση έως τα μνημόνια” έχει εκδοθεί από τη σειρά μονογραφιών του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ στην Ουάσινγκτον. Στο παρελθόν εργάστηκε ως δημοσιογράφος.

Ακολουθήστε την Ενημέρωση Πελοποννήσου στη σελίδα μας στο Facebook

Στην ομάδα και στις ειδήσεις της Google News

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Τελευταίες ειδήσεις

Περισσοτερα